Μόνη στα δωμάτιά της στο γυναικωνίτη, η Μουαραίν έσιαξε στους ώμους της το σάλι της, το οποίο ήταν κεντημένο με κουλουριασμένους κισσούς και κλήματα, και περιεργάστηκε το αποτέλεσμα στον ψηλό καθρέφτη, που ορθωνόταν στη γωνία. Τα μεγάλα, μαύρα μάτια της έδειχναν γερακίσια όταν θύμωνε. Τώρα έμοιαζαν να διαπερνούν το επάργυρο γυαλί. Ήταν καθαρή τύχη, που είχε το σάλι στα σακίδια της σέλας της όταν είχε έρθει στο Φαλ Ντάρα. Μια θεριεμένη λευκή Φλόγα της Ταρ Βάλον ερχόταν ακριβώς στο κέντρο της πλάτης αυτής που το φορούσε και τα μακριά κρόσσια στην ούγια είχαν το χρώμα του Άτζα της — ανοιχτογάλανο σαν τον πρωινό ουρανό, στην περίπτωση της Μουαραίν. Το σάλι σπανίως το φορούσαν έξω από την Ταρ Βάλον, και εκεί ακόμα, συνήθως, μόνο μέσα στο Λευκό Πύργο. Με εξαίρεση τη συνάντηση της Αίθουσας του Πύργου, ελάχιστες φορές χρειαζόταν τόση επισημότητα, ενώ έξω από τα Λαμπερά Τείχη η θέα της Φλόγας θα έκανε αρκετούς να το βάλουν στα πόδια, για να κρυφτούν, ή ίσως για να φωνάξουν τα Τέκνα του Φωτός. Τα βέλη των Λευκομανδιτών ήταν εξίσου θανατηφόρα για τις Άες Σεντάι όπως και για τον υπόλοιπο κόσμο, και τα Τέκνα ήταν πονηρά και θα φρόντιζαν να μην δει εγκαίρως η Άες Σεντάι το βέλος, για να μην προλάβει να κάνει κάτι. Η Μουαραίν σίγουρα δεν περίμενε ποτέ ότι θα φορούσε το σάλι στο Φαλ Ντάρα. Αλλά, όταν σε δέχεται η Έδρα της Άμερλιν, υπάρχουν τύποι, τους οποίους πρέπει να τηρήσεις.
Ήταν λεπτή και κάθε άλλο παρά ψηλή, και συχνά φαινόταν νεότερη απ’ όσο ήταν, χάρη στη λεία επιδερμίδα και την άχρονη όψη των Άες Σεντάι, αλλά με την επιβλητική χάρη και τη γαλήνια παρουσία της μπορούσε να κυριαρχήσει σε κάθε συγκέντρωση. Οι τρόποι, που της είχαν εντυπωθεί με την ανατροφή της στο Βασιλικό Παλάτι της Καιρχίν, είχαν αναδειχθεί, αντί να παρακμάσουν μετά από τόσα χρόνια ως Άες Σεντάι. Ήξερε ότι σήμερα ίσως χρειαζόταν όλες της τις δυνάμεις.
Το δαχτυλίδι με το Μέγα Ερπετό στο δεξί της χέρι καθρέφτισε μουντά το φως, καθώς το χέρι της άγγιζε τη λεπτή χρυσή αλυσίδα, η οποία ήταν στερεωμένη στα μελαχρινά μαλλιά της που έπεφταν σαν καταρράκτης στους ώμους της. Μια μικρή, διαφανής γαλάζια πέτρα κρεμόταν στο μέτωπό της. Πολλές στο Λευκό Πύργο ήξεραν τα κόλπα που μπορούσε να κάνει, χρησιμοποιώντας αυτή την πέτρα σαν εστίαση. Ήταν απλώς ένα γυαλισμένο γαλάζιο κρύσταλλο, κάτι που είχε χρησιμοποιήσει μια νεαρή κοπέλα στο πρώτο της μάθημα, δίχως την καθοδήγηση κανενός. Εκείνη η κοπελίτσα είχε θυμηθεί τις ιστορίες για τα
Ένα γοργό, επίμονο χτύπημα ακούστηκε από την πόρτα του δωματίου. Κανένας Σιναρανός δεν θα χτυπούσε με τέτοιο τρόπο, ούτε την πόρτα άλλων, αλλά ειδικά τη δική της. Η Μουαραίν συνέχισε να κοπάζει τον καθρέφτη, ώσπου αντίκρισε τα μάτια της να την κοιτάζουν γαλήνια, με όλες τις σκέψεις κρυμμένες στα σκοτεινά βάθη τους. Άγγιξε το σακουλάκι από μαλακό δέρμα που κρεμόταν στην ζώνη της.