Читаем Το Μεγάλο Κυνήγι полностью

Η Μουαραίν κράτησε το πρόσωπό της ανέκφραστο, καθώς η Αμαλίζα προσκαλούσε την άλλη Άες Σεντάι να επισκεφθεί αυτήν και τις κυρίες της τιμής στον προσωπικό της κήπο, και η Λίαντριν δέχθηκε με χαρά. Η Λίαντριν είχε ελάχιστες φίλες, και ποτέ εκτός του Κόκκινου Άτζα. Ποτέ πάντως εκτός των Άες Σεντάι. Προτιμότερο θα έβρισκε να πιάσει φιλίες με άνδρες, ή με Τρόλοκ. Η Μουαραίν δεν ήξερε αν η Λίαντριν έβρισκε διαφορά μεταξύ ανδρών και Τρόλοκ. Λεν ήξερε αν καταλάβαινε τέτοια διαφορά κάποια άλλη του Κόκκινου Άτζα.

Η Ανάγια εξήγησε ότι, προς το παρόν, έπρεπε να παρουσιαστούν στην Έδρα της Άμερλιν. «Βεβαίως», είπε η Αμαλίζα. «Το φως να τη φωτίζει και ο Δημιουργός να την προστατεύει. Αργότερα, τότε». Σηκώθηκε και έκλινε την κεφαλή καθώς την άφηναν.

Η Μουαραίν μελέτησε τη Λίαντριν καθώς προχωρούσαν, χωρίς να την κοιτάζει απευθείας. Η Άες Σεντάι με τα μελόχρωμα μαλλιά ατένιζε ευθεία μπροστά, σουφρώνοντας σκεπτικά τα τριανταφυλλένια χείλη της. Έμοιαζε να είχε ξεχάσει τη Μουαραίν και την Ανάγια. Τι σκαρώνει άραγε;

Η Ανάγια δεν φαινόταν να είχε προσέξει τίποτα ασυνήθιστο, αλλά βέβαια πάντα κατόρθωνε να αποδέχεται τους ανθρώπους, τόσο όπως ήταν, όσο και όπως ήθελαν να είναι. Η Μουαραίν πάντα Θαύμαζε που η Ανάγια τα κατάφερνε τόσο καλά στον Λευκό Πύργο, αλλά, βέβαια, εκείνες που είχαν μέσα τους την πονηριά πάντα έπαιρναν για πανούργα τακτική την ευθύτητα και την ειλικρίνειά της, και τον τρόπο που αποδεχόταν τα πάντα. Πάντα καταλαμβάνονταν εξ απροόπτου, όταν αποδεικνυόταν πως έλεγε αυτό που εννοούσε και εννοούσε αυτό που έλεγε. Είχε βέβαια κι έναν τρόπο να βλέπει την ουσία των πραγμάτων. Και να αποδέχεται αυτό που έβλεπε. Τώρα η Ανάγια ξανάρχισε να λέει χαρωπά για τα νέα.

«Ακούστηκαν και καλά και κακά νέα από το Άντορ. Οι ταραχές στους δρόμους του Κάεμλυν καταλάγιασαν με τον ερχομό της άνοιξης, αλλά ακόμα το συζητάνε, το συζητάνε πολύ και κατηγορούν τη Βασίλισσα, όπως επίσης και την Ταρ Βάλον, για τον μακρύ χειμώνα. Η Μοργκέις δεν κρατά το θρόνο της γερά όπως πέρυσι, μα τον κρατά ακόμα, και Θα τον κρατά όσο ο Γκάρεθ Μπράυν είναι Στρατηγός των Φρουρών της Βασίλισσας. Και η Αρχόντισσα Ηλαίην, η Κόρη-Διάδοχος, και ο αδελφός της, ο Άρχοντας Γκάγουυν, έφτασαν ασφαλείς στην Ταρ Βάλον για να εκπαιδευτούν. Υπήρχαν κάποιοι φόβοι στον Λευκό Πύργο ότι αυτό το έθιμο Θα έπαυε».

«Όσο ζει και αναπνέει η Μοργκέις, όχι», είπε η Μουαραίν.

Η Λίαντριν τινάχτηκε λιγάκι, σαν να είχε μόλις ξυπνήσει. «Προσευχηθείτε να συνεχίσει να αναπνέει. Την ομάδα της Κόρης-Διαδόχου την ακολούθησαν στον Ποταμό Ερίνιν τα Τέκνα του Φωτός. Ακριβώς ως τις γέφυρες της Ταρ Βάλον. Κι είναι άλλοι που στρατοπεδεύουν έξω από το Κάεμλυν, περιμένοντας ευκαιρία για βρωμοδουλειές, και μέσα στο Κάεμλυν υπάρχουν ακόμα αυτοί που τους ακούνε».

«Ίσως είναι καιρός να μάθει η Μοργκέις να προφυλάγεται λιγάκι», είπε η Ανάγια αναστενάζοντας. «Ο κόσμος κάθε μέρα γίνεται πιο επικίνδυνος, ακόμα και για μια βασίλισσα. Ειδικά για μια βασίλισσα. Πάντα ήταν ξεροκέφαλη. Θυμάμαι τότε που είχε έρθει στην Ταρ Βάλον σαν κοριτσάκι. Δεν είχε την ικανότητα να γίνει πλήρης αδελφή, κι αυτό την πείραξε. Μερικές φορές νομίζω ότι γι’ αυτό πιέζει τόσο την Ηλαίην, ό,τι κι αν έχει διαλέξει η κοπέλα».

Η Μουαραίν ξεφύσηξε απαξιωτικά. «Η Ηλαίην γεννήθηκε με τη σπίθα εντός της· δεν ήταν ζήτημα επιλογής. Η Μοργκέις δεν θα ρισκάριζε να πεθάνει το κορίτσι εξαιτίας της έλλειψης εκπαίδευσης, ακόμα κι αν όλοι οι Λευκομανδίτες της Αμαδισίας είχαν στρατοπεδεύσει έξω από το Κάεμλυν. Θα πρόσταζε τον Γκάρεθ Μπράυν και τους Φρουρούς της Βασίλισσας να ανοίξουν από μέσα τους δρόμο για την Ταρ Βάλον, και ο Γκάρεθ Μπράυν θα το έκανε, ακόμα και αν ήταν μόνος του». Αλλά και πάλι, θα έπρεπε να κρατήσει κρυφό το πλήρες εύρος της πιθανής δύναμης της κοπέλας. Άραγε, ο λαός του Άντορ θα δεχόταν την Ηλαίην στον Θρόνο του Λιονταριού μετά τη Μοργκέις, αν το γνώριζε; Ότι η βασίλισσα όχι μόνο είχε εκπαιδευθεί στην Ταρ Βάλον, κατά το έθιμο, αλλά ήταν και πλήρης Άες Σεντάι; Σ’ όλη την καταγραμμένη ιστορία μόνο μια χούφτα βασίλισσες είχαν υπάρξει που είχαν δικαίωμα να αποκαλούνται Άες Σεντάι, και οι λίγες που το είχαν αφήσει να μαθευτεί, όλες έζησαν για να το μετανιώσουν. Ένιωσε κάποια θλίψη. Μα συνέβαιναν πάρα πολλά και δεν περίσσευε βοήθεια, ούτε καν έγνοια, για μια μόνο χώρα και έναν θρόνο. «Τι άλλο, Ανάγια;»

Перейти на страницу:

Похожие книги