«Δεν θα πω τίποτα, φυσικά, Μητέρα». Η Βέριν υποκλίθηκε, αλλά δεν έκανε να φύγει. Σκεφτόμουν ότι θα ήθελες να το δεις αυτό, Μητέρα». Από την τσέπη της έβγαλε ένα μικρό σημειωματάριο, δεμένο με μαλακό, καφέ δέρμα. «Αυτά που ήταν γραμμένα στους τοίχους του μπουντρουμιού. Η μετάφραση δεν είχε πολλά προβλήματα. Τα πιο πολλά απ’ αυτά που ήταν γραμμένα ήταν τα συνηθισμένα —βλασφημίες και κομπασμοί· οι Τρόλοκ δεν φαίνεται να ξέρουν σχεδόν τίποτα άλλο— όμως υπήρχαν αποσπάσματα με καλύτερο γραφικό χαρακτήρα. Κάποιος μορφωμένος Σκοτεινόφιλος, ή ίσως ένας Μυρντράαλ. Μπορεί να είναι απλός χλευασμός, αλλά έχει μορφή ποίησης, ή τραγουδιού, και ακούγεται σαν προφητεία. Λίγα πράγματα ξέρουμε για τις προφητείες από τη Σκιά, Μητέρα».
Η Άμερλιν δίστασε μόνο για μια στιγμή πριν νεύσει. Οι προφητείες από τη Σκιά, οι σκοτεινές προφητείες, είχαν την ατυχή συνήθεια να εκπληρώνονται εξίσου καλά με τις προφητείες από το Φως. «Διάβασε το μου».
Η Βέριν ξεφύλλισε το σημειωματάριο, ύστερα έβηξε για να καθαρίσει το λαιμό της και άρχισε με ήσυχη, ήρεμη φωνή.
Όταν τελείωσε, έπεσε μεγάλη σιωπή.
Τελικά η Άμερλιν είπε, «Ποιοι άλλοι το είδαν αυτό, Κόρη μου; Ποιοι ξέρουν;»
«Μόνο η Σεραφέλ, Μητέρα. Μόλις το αντιγράψαμε, έβαλα άνδρες να καθαρίσουν τους τοίχους. Δεν έφεραν αντιρρήσεις· κι αυτοί βιάζονταν να το ξεφορτωθούν».
Η Άμερλιν ένευσε. «Ωραία. Είναι πολλοί στις Μεθόριες που ξέρουν να διαβάζουν τη γραφή των Τρόλοκ. Δεν χρειάζεται να έχουν άλλη μια σκοτούρα στο κεφάλι τους. Έχουν αρκετές».
«Τι νόημα βγάζεις;» ρώτησε η Μουαραίν τη Βέριν με προσεκτική τόνο. «Λες να είναι προφητεία;»