Ο Λαν σούφρωσε τα χείλη σκεφτικά· ήταν η μόνη έκφραση στο πρόσωπό του. «Α, δεν είναι Θυμωμένες, όχι ακριβώς. Αν και οι πιο πολλές νομίζουν ότι σου χρειάζεται ένα δυνατό χέρι για να σε βάλει σε μια τάξη. Συνεπαρμένες, αυτό είναι πιο σωστό. Ακόμα και η Αρχόντισσα Αμαλίζα όλο ρωτά και ξαναρωτά για σένα. Μερικές από τις γυναίκες άρχισαν να πιστεύουν αυτά που λένε οι υπηρέτες. Νομίζουν ότι είσαι μεταμφιεσμένος πρίγκιπας, βοσκέ. Καβάλου άσχημο αυτό. Υπάρχει μια παλιά παροιμία εδώ στις Μεθόριες: ‘Καλύτερα να έχεις μια γυναίκα στο πλευρό σου παρά δέκα άνδρες’ Έτσι που μιλάνε μεταξύ τους, μάλλον προσπαθούν να αποφασίσουν ποιανής η κόρη είναι αρκετά δυνατή για να σε φέρει βόλτα. Αν δεν φυλάγεσαι, βοσκέ, θα βρεθείς παντρεμένος και μέλος Σιναρανού Οίκου πριν καταλάβεις τι έπαθες». Ξαφνικά έβαλε τα γέλια· φαινόταν παράξενο, ήταν σαν βράχος που γελά. «Τρέχεις στους διαδρόμους του γυναικωνίτη νυχτιάτικα, φορώντας γιλέκο εργάτη και ανεμίζοντας σπαθί. Και να μη σε μαστιγώσουν, χρόνια ολόκληρα θα λένε για σένα. Ποτέ δεν είδαν άνδρα αλλόκοτο σαν και σένα. Όποια και να ’ναι η γυναίκα που θα σου διαλέξουν, μάλλον θα σε κάνει αρχηγό δικού σου Οίκου μέσα σε δέκα χρόνια, και μάλιστα θα σε πείσει ότι το κατάφερες μόνος σου. Πολύ κρίμα που πρέπει να φύγεις».
Ο Ραντ κοίταζε τον Πρόμαχο χάσκοντας, αλλά τώρα μούγκρισε, «Προσπάθησα. Οι πύλες φρουρούνται και κανένας δεν μπορεί να φύγει. Προσπάθησα όσο ήταν ακόμα μέρα. Δεν μπορούσα ούτε τον Κοκκινοτρίχη να πάρω από το στάβλο».
«Δεν έχει σημασία τώρα. Η Μουαραίν με έστειλε να σου το πω. Μπορείς να φύγεις όποτε θες. Ακόμα και αυτή τη στιγμή. Η Μουαραίν έβαλε τον Άγκελμαρ να σε εξαιρέσει από τη διαταγή».
«Γιατί τώρα και όχι νωρίτερα; Γιατί δεν μπορούσα να φύγω πριν; Λυτή ήταν που είχε βάλει να αμπαρώσουν τις πύλες; Ο Ίνγκταρ είπε ότι δεν ήξερε να υπάρχει διαταγή που να απαγορεύει την έξοδο πριν από απόψε».
Του φάνηκε πως ο Πρόμαχος φάνηκε ανήσυχος, αλλά εκείνος μετά είπε μονάχα, «Όταν σου χαρίζουν άλογο, βοσκέ, μην παραπονιέσαι αν δεν είναι όσο γρήγορο θέλεις».
«Τι θα γίνει με την Εγκουέν; Και τον Ματ; Είναι πράγματι καλά; Δεν φεύγω χωρίς να ξέρω ότι είναι καλά».
«Η κοπέλα είναι μια χαρά. Θα ξυπνήσει το πρωί, και μάλλον ούτε που θα θυμάται τι έγινε. Έτσι γίνεται, όταν σε χτυπούν στο κεφάλι».
«Ο Ματ;»
«Η επιλογή είναι δική σου, βοσκέ. Μπορείς να φύγεις τώρα, ή την άλλη βδομάδα. Από σένα εξαρτάται». Έφυγε, αφήνοντας τον Ραντ να στέκεται εκεί, στο διάδρομο, βαθιά κάτω από το οχυρό Φαλ Ντάρα.
7
Το Αίμα Ζητάει Αίμα
Καθώς το φορείο που μετέφερε τον Ματ έφευγε από τα διαμερίσματα της Έδρας της Άμερλιν, η Μουαραίν ξανατύλιξε με προσοχή το
Η Ληάνε έδωσε οδηγίες στους τραυματιοφορείς με έντονες κινήσεις και μερικά ξερά λόγια. Οι δύο άνδρες συνεχώς έσκυβαν το κεφάλι, νιώθοντας νευρικότητα κοντά σε τόσο πολλές Άες Σεντάι, μια εκ των οποίων ήταν η ίδια η Άμερλιν, πόσο μάλλον που οι Άες Σεντάι χρησιμοποιούσαν τη Δύναμη. Περίμεναν στο διάδρομο, ακουμπώντας μισογονατισμένοι στον τοίχο, ανυπομονώντας να φύγουν από τους γυναικωνίτες. Ο Ματ κειτόταν με τα μάτια κλειστά και το πρόσωπο χλωμό, αλλά το στήθος του ανεβοκατέβαινε με τον ομαλό ρυθμό του ύπνου.
Η πόρτα έκλεισε πίσω από τη Ληάνε και τους τραυματιοφορείς και η Άμερλιν ανάσανε κοφτά. «Απαίσιο πράγμα. Απαίσιο». Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο, αλλά έτριβε τα χέρια της σαν να ήθελε να τα πλύνει.
«Αλλά ενδιαφέρον», είπε η Βέριν. Ήταν η τέταρτη Άες Σεντάι που είχε διαλέξει η Άμερλιν για τη δουλειά. «Πολύ κρίμα, που δεν έχουμε το εγχειρίδιο για να είναι ολοκληρωμένη η Θεραπεία. Παρά τα όσα κάναμε απόψε, δεν θα ζήσει πολύ. Μήνες, ίσως, στην καλύτερη περίπτωση». Οι τρεις Άες Σεντάι ήταν μόνες τους στα διαμερίσματα της Άμερλιν. Πέρα από τις βελοθυρίδες, η αυγή έδινε μια μαργαριταρένια ανταύγεια στον ουρανό.
«Αλλά τώρα θα έχει αυτούς τους μήνες», είπε απότομα η Μουαραίν. «Και, αν καταφέρουμε να το βρούμε, ο σύνδεσμος μπορεί ακόμα να σπάσει».