Τη νύχτα (ночью) ονειροπολούσα (/я/ мечтал; ονειροπολώ
) ή ονειρευόμουν (или видел сны; ονειρεύομαι) εγκλήματα (о преступлениях), ανθρώπους με μάσκες και περίστροφα (людях в масках с револьверами), μυστικούς αστυνομικούς (тайных полицейских), σκοινένιες σκάλες (канатных лестницах), τρελές καταδιώξεις (сумасшедших погонях) και συμπλοκές στις στέγες των σπιτιών (и схватках на крышах домов). Η φαντασία μου (моя фантазия), πλουσιότατα τροφοδοτημένη (богато подпитываемая) από τον κινηματογράφο (кинематографом) και τα αστυνομικά φυλλάδια (и книжицами о полицейских), γεννοβολούσε τέτοιες ιστορίες (порождала такие истории; γεννοβολώ) αυθόρμητα και συνεχώς (непроизвольно и постоянно).Τη νύχτα ονειροπολούσα ή ονειρευόμουν εγκλήματα, ανθρώπους με μάσκες και περίστροφα, μυστικούς αστυνομικούς, σκοινένιες σκάλες, τρελές καταδιώξεις και συμπλοκές στις στέγες των σπιτιών. Η φαντασία μου, πλουσιότατα τροφοδοτημένη από τον κινηματογράφο και τα αστυνομικά φυλλάδια, γεννοβολούσε τέτοιες ιστορίες αυθόρμητα και συνεχώς.
Σηκωνόμουν το πρωί με το συναίσθημα (утром /я/ вставал с чувством) πως μετείχα κάπως σε όλα αυτά (что /я/ был каким-то образом причастен ко всему этому; μετέχω — участвовать; быть причастным
), πως ήμουν λίγο ένοχος (что был немного виновен). Πήγαινα στο σχολείο (я ходил в школу) γεμάτος ακόμα από τα οράματα (еще полный = охваченный видениями) και τους ρεμβασμούς (и размышлениями) της μυθικής μου νύχτας (моей мифической ночи). Χαιρετούσα τους άλλους συμμορίτες (я приветствовал других членов банды; χαιρετώ) με το κρυφό μας σύνθημα (нашим тайным паролем). Με αντιχαιρετούσαν με το παρασύνθημα (они отвечали на мое приветствие ответным паролем). Κατά τη διάρκεια του μαθήματος (на протяжении урока; διαρκώ — продолжаться) ανταλλάσσαμε συνθηματικά νοήματα (/мы/ обменивались условными жестами; ανταλλάσσω) ή χαρτάκια με συνθηματικές λέξεις (или бумажками с условными словами).Σηκωνόμουν το πρωί με το συναίσθημα πως μετείχα κάπως σε όλα αυτά, πως ήμουν λίγο ένοχος. Πήγαινα στο σχολείο γεμάτος ακόμα από τα οράματα και τους ρεμβασμούς της μυθικής μου νύχτας. Χαιρετούσα τους άλλους συμμορίτες με το κρυφό μας σύνθημα. Με αντιχαιρετούσαν με το παρασύνθημα. Κατά τη διάρκεια του μαθήματος ανταλλάσσαμε συνθηματικά νοήματα ή χαρτάκια με συνθηματικές λέξεις.
Στο διάλειμμα (на перемене) πηγαίναμε και κρυβόμασταν (/мы/ шли и прятались; κρύβομαι
) μες στα ερειπωμένα σπιτάκια του κήπου (в развалившихся домиках в саду) και συνωμοτούσαμε εναντίον των πάντων (и составляли заговоры против всех /на свете/; συνωμοτώ), σχεδιάζαμε κυρίως (главным образом, /мы/ планировали) με ποιους τρόπους (каким образом) θα ξεφεύγαμε από τους κατασκόπους (мы убежим от шпионов), θα γλυτώναμε (будем спасаться) όταν έφτανε η ώρα του κινδύνου (когда настанет опасность: «час опасности»), θα δραπετεύαμε (сбежим) αν μας συλλάμβαναν (если нас схватят: συλλαμβάνω), θα σώζαμε τέλος πάντων το μυστικό της συμμορίας (спасем, наконец, секрет банды), το μυστικό που δεν ήταν άλλο τίποτα (секрет, который был не чем иным) παρά μονάχα η ύπαρξή της (как просто тем, что он существовал: «своим существованием»). Αλλά μας απορροφούσε ολότελα το μυστικό αυτό (но этот секрет поглощал нас полностью; απορροφώ) και μας μεθούσε (и пьянил нас; μεθώ).Στο διάλειμμα πηγαίναμε και κρυβόμασταν μες στα ερειπωμένα σπιτάκια του κήπου και συνωμοτούσαμε εναντίον των πάντων, σχεδιάζαμε κυρίως με ποιους τρόπους θα ξεφεύγαμε από τους κατασκόπους, θα γλυτώναμε όταν έφτανε η ώρα του κινδύνου, θα δραπετεύαμε αν μας συλλάμβαναν, θα σώζαμε τέλος πάντων το μυστικό της συμμορίας, το μυστικό που δεν ήταν άλλο τίποτα παρά μονάχα η ύπαρξή της. Αλλά μας απορροφούσε ολότελα το μυστικό αυτό και μας μεθούσε.
Σιγά-σιγά όμως (однако постепенно) οι συμμαθητές μας πήραν είδηση (наши одноклассники разузнали: «получили известие») πως κάτι συνέβαινε (что что-то происходит; συμβαίνω
), άκουσαν και τη λέξη συμμορία (да еще /к/ /тому же/ услышали слово «банда»), που τους ερέθισε αμέσως (которое немедленно их раздразнило; ερεθίζω — раздражать; зд. дразнить). Βάλθηκαν τότε να μας κατασκοπεύουν αληθινά (тогда /они/ принялись шпионить за нами по-настоящему) και τούτο αύξησε τη μυστικότητά μας (и это усилило нашу таинственность; αυξάνω — увеличивать; усиливать) και την αλληλεγγύη μας (и нашу солидарность) και τη σημασία της συμμορίας στη συνείδησή μας (и значение банды в нашем сознании). Το ζήτημα ξεπερνούσε τα όρια των ονειροπολημάτων (дело выходило за рамки мечтаний; ξεπερνώ; το όριο — граница; рамка) και των κλειστών συζητήσεων (и закрытых = тайных обсуждений). Η κοινωνία αντιδρούσε (общество реагировало; αντιδρώ). Άρχιζε αγώνας (начиналась борьба).