Έκανε και τη μικρασιατική εκστρατεία (/он/ участвовал в малоазийском походе) με την ίδια ένταση όλων των δυνάμεών του (с тем же напряжением всех своих сил), ολοένα πιο τραχύς (еще более жестокий), πιο αρπαχτικός (более хищный), πιο αναίσθητος (более бесчувственный) εμπρός στον πόνο των ανθρώπων (перед человеческой болью). Μπήκε στην Προύσα απάνω στο άλογο (он въехал в Бурсу на коне). Πολέμησε γερά στο Εσκί-Σεχίρ (с рвением воевал в Эскишехире). Πέρασε την Αλμυρή Έρημο και το Σαγγάριο (прошел через Соляную Пустынь
Έκανε και τη μικρασιατική εκστρατεία με την ίδια ένταση όλων των δυνάμεών του, ολοένα πιο τραχύς, πιο αρπαχτικός, πιο αναίσθητος εμπρός στον πόνο των ανθρώπων. Μπήκε στην Προύσα απάνω στο άλογο. Πολέμησε γερά στο Εσκί-Σεχίρ. Πέρασε την Αλμυρή Έρημο και το Σαγγάριο, έφτασε ως τα πρόθυρα της Άγκυρας.
Στα 1922, η διαταγή της υποχώρησης (в 1922 приказ об отступлении) τον βρήκε (застал его: «нашел его») στρατοπεδευμένο κοντά στο Αφιόν-Καραχισάρ (стоящим лагерем рядом с Афьон-Карахисаром). Το σύνταγμά του έφτασε οπωσδήποτε πειθαρχημένο (его полк дошел непременно дисциплинированным) ως το Ουσάκ (до Ушака), μα εκεί άρχισε να διαλύεται (но там начал распадаться). Ο τούρκικος πληθυσμός είχε πάρει τα όπλα (турецкое население взяло оружие) και χτυπούσε το ελληνικό στρατό (и стало наносить удары: «било» по греческому войску;
Στα 1922, η διαταγή της υποχώρησης τον βρήκε στρατοπεδευμένο κοντά στο Αφιόν-Καραχισάρ. Το σύνταγμά του έφτασε οπωσδήποτε πειθαρχημένο ως το Ουσάκ, μα εκεί άρχισε να διαλύεται. Ο τούρκικος πληθυσμός είχε πάρει τα όπλα και χτυπούσε το ελληνικό στρατό από όλες τις μεριές. Η μισή πόλη καιγόταν.
Πολλές ελληνικές μονάδες (многие греческие подразделения) είχαν σκορπιστεί στους κάμπους (рассеялись по равнинам;
Πολλές ελληνικές μονάδες είχαν σκορπιστεί στους κάμπους φεύγοντας άταχτα προς τη θάλασσα. Αρκετοί στρατιώτες λεηλατούσαν. Η διαταγή της Στρατιάς έλεγε ρητά πως κάθε ανώτερος είχε το δικαίωμα να σκοτώνει στον τόπο κάθε κατώτερο που δεν πειθαρχούσε.
Ενώ ο Πέτρος Χαλκιάς γυρνούσε στο Ουσάκ (пока Петрос Халкиас возвращался в Ушак), περισυλλέγοντας τους στρατιώτες του (собирая своих воинов;
Ενώ ο Πέτρος Χαλκιάς γυρνούσε στο Ουσάκ, περισυλλέγοντας τους στρατιώτες του με το περίστροφο στο χέρι, βρέθηκε, χωρίς να το καταλάβει, απομονωμένος, σ’ ένα στενό πλακόστρωτο. Στάθηκε μια στιγμή να προσανατολιστεί.
Ο δρομάκος, σκιερός (улочка, тенистая), δροσόλουστος (прохладная: «купающаяся в прохладе»;
Ο δρομάκος, σκιερός, δροσόλουστος, φορτωμένος βαριά πρασινάδα, έμοιαζε ακατοίκητος. Τα σπίτια, κλειστά, βουβά, νεκρικά. Από μακριά, μες σ’ έναν άναρθρο αλαλαγμό, έρχονταν ανακατωμένοι οι θόρυβοι της άταχτης μάχης, του πανικού και της πυρκαγιάς.