Читаем Το Μεγάλο Κυνήγι полностью

Ο Ραντ άνοιξε τα μάτια και είδε τους φίλους του να ορθώνονται μέσα στο πλήθος των τζογαδόρων. Τον Ματ Κώθον, που θύμιζε πελαργό με τα μακριά λεπτά μέλη του, μ’ ένα χαμογελάκι, σαν να έβλεπε κάτι αστείο που δεν το έβλεπε κανείς άλλος. Τον δασύτριχο Πέριν Αϋμπάρα, με τους γερούς του ώμους και τα φουσκωμένα μπράτσα από τη δουλειά του μαθητευόμενου σιδερά. Και οι δύο φορούσαν ακόμα τα ίδια που είχαν και στους Δύο Ποταμούς, ρούχα απλά και γερά, αλλά φθαρμένα από τα ταξίδια.

Ο Ματ πέταξε τα ζάρια στο ημικύκλιο καθώς έβγαινε, κι ένας άνδρας φώναξε, «Έλα εδώ, νότιε, δεν μπορείς να τα παρατήσεις τώρα που κερδίζεις».

«Καλύτερα τώρα παρά όταν θα χάνω», είπε ο Ματ γελώντας. Άγγιξε ασυναίσθητα τη μέση του πάνω από το παλτό του και ο Ραντ έκανε ένα μορφασμό. Ο Ματ είχε από κάτω ένα εγχειρίδιο με ρουμπίνι στη λαβή, ένα εγχειρίδιο που δεν το αποχωριζόταν ποτέ, ένα εγχειρίδιο που δεν μπορούσε να το αποχωριστεί ποτέ. Ήταν μια μολυσμένη λεπίδα, από τη νεκρή πόλη της Σαντάρ Λογκόθ, που την είχε μολύνει και χαλάσει μια κακή δύναμη, κακή σχεδόν όσο κι ο Σκοτεινός, ένα κακό που είχε αφανίσει τη Σαντάρ Λογκόθ πριν δύο χιλιάδες χρόνια, αλλά όμως ζούσε ακόμα ανάμεσα στα εγκαταλειμμένα ερείπια. Αυτό το μόλυσμα θα σκότωνε τον Ματ, αν κρατούσε το εγχειρίδιο· θα τον σκότωνε ακόμα πιο γρήγορα, αν το παρατούσε. «Θα ’χεις άλλη φορά την ευκαιρία να κερδίσεις τα λεφτά σου». Το ειρωνικό ξεφύσημα των γονατισμένων ανδρών έδειξε πως, κατά τη γνώμη τους, τέτοια ευκαιρία δεν θα ξαναρχόταν.

Ο Πέριν είχε το βλέμμα χαμηλωμένο, καθώς ακολουθούσε τον Ματ για να έρθουν στον Ραντ. Ο Πέριν πάντα είχε το βλέμμα χαμηλωμένο αυτόν τον καιρό και οι ώμοι του ήταν πεσμένοι, σαν να κουβαλούσε βάρος που δεν το άντεχαν παρά τον όγκο τους.

«Τι έγινε, Ραντ;» ρώτησε ο Ματ. «Είσαι κάτασπρος σαν το πουκάμισό σου. Ε! Πού βρήκες τέτοια ρούχα; Έγινες Σιναρανός; Μπορεί να πάρω κι εγώ τέτοιο παλτό, με καλό πουκάμισο». Χτύπησε την τσέπη του παλτού του κι ακούστηκαν κέρματα να κουδουνίζουν. «Φαίνεται έχω μεγάλη τύχη στα ζάρια. Πριν τ’ ακουμπήσω, κερδίζω».

«Δεν χρειάζεται να αγοράσεις τίποτα», είπε κουρασμένα ο Ραντ. «Η Μουαραίν έβαλε να αλλάξουν όλα τα ρούχα μας. Μπορεί να τα έχουν κιόλας κάψει, όλα εκτός απ’ ό,τι φοράτε. Μάλλον η Ελάνσου θα ’ρθει να τα πάρει κι αυτά, και θα ’λεγα να αλλάξετε γρήγορα, πριν τα βγάλει η ίδια από πάνω σας». Ο Πέριν δεν σήκωσε το βλέμμα, όμως τα μάγουλά του κοκκίνισαν το χαμόγελο του Ματ έγινε ακόμα πιο πλατύ, αν και φάνηκε κάπως προσποιητό. Είχαν κι αυτοί διάφορες συναντήσεις στα λουτρά, και μόνο ο Ματ έκανε πως δεν πείραζε. «Και δεν είμαι άρρωστος. Έχει έρθει η Έδρα της Άμερλιν. Ο Λαν είπε... είπε ότι μιας κι αυτή είναι εδώ, θα ήταν καλύτερα αν είχα φύγει από την περασμένη βδομάδα. Πρέπει να φύγω, και οι πόρτες είναι αμπαρωμένες».

«Έτσι είπε;» Ο Ματ έσμιξε τα φρύδια. «Δεν καταλαβαίνω. Ποτέ δεν θα έλεγε τίποτα εναντίον μιας Άες Σεντάι. Γιατί τώρα; Κοίτα, Ραντ, ούτε κι εγώ συμπαθώ τις Άες Σεντάι, αλλά δεν θα μας κάνουν τίποτα». Χαμήλωσε τη φωνή του για να το πει, και κοίταξε πάνω από τον ώμο του για να δει μήπως τον άκουγαν οι άνδρες που έπαιζαν. Μπορεί οι Άες Σεντάι να ενέπνεαν φόβο, αλλά στις Μεθόριες κάθε άλλο παρά τις μισούσαν, κι ένα ασεβές σχόλιο σε βάρος τους μπορεί να ήταν αφορμή για καυγά, ή κάτι χειρότερο. «Δες τη Μουαραίν. Δεν είναι και τόσο κακή, έστω κι αν είναι Άες Σεντάι. Σκέφτεσαι σαν τον γέρο, τον Τσεν Μπούι, που λέει στο χωριό τα παραμύθια του, εκεί, στο Πανδοχείο της Οινοπηγής. Θέλω να πω, η Μουαραίν δεν μας έβλαψε, ούτε θα μας βλάψουν οι Άες Σεντάι. Γιατί να το κάνουν;»

Ο Πέριν σήκωσε τα μάτια. Κίτρινα μάτια, τα οποία έλαμπαν στο αμυδρό φως σαν στιλβωμένο χρυσάφι. Η Μουαραίν δεν μας έβλαψε; σκέφτηκε ο Ραντ. Τα μάτια του Πέριν ήταν βαθυκάστανα σαν του Ματ, όταν είχαν φύγει από τους Δύο Ποταμούς. Ο Ραντ δεν είχε ιδέα πώς είχε γίνει αυτή η αλλαγή —ο Πέριν δεν ήθελε να μιλά γι’ αυτό, ούτε και πολυμιλούσε από τότε— αλλά ήταν τότε που είχε αποκτήσει τους πεσμένους ώμους και τον απόμακρο τρόπο του, σαν να ένιωθε μόνος, ακόμα και όταν είχε κοντά τους φίλους του. Τα μάτια του Πέριν και το εγχειρίδιο του Ματ. Τίποτα δεν θα είχε συμβεί, αν δεν είχαν φύγει από το Πεδίο του Έμοντ, και ήταν η Μουαραίν που τους είχε πάρει από κει. Ο Ραντ ήξερε ότι αυτό που σκεφτόταν ήταν άδικο. Μάλλον θα τους είχαν σκοτώσει όλους οι Τρόλοκ, μαζί με πολύ κόσμο ακόμα στο Πεδίο του Έμοντ, αν δεν είχε έρθει αυτή στο χωριό τους. Αλλά αυτό δεν έκανε τον Πέριν να γελά όπως κάποτε, ούτε και έπαιρνε το εγχειρίδιο από τη ζώνη του Ματ. Κι εγώ; Αν βρισκόμουν σπίτι και ήμουν ακόμα ζωντανός, θα ήμουν πάλι αυτό που είμαι τώρα; Τουλάχιστον δεν θα ανησυχούσα τι θα μου κάνουν οι Άες Σεντάι,

Перейти на страницу:

Похожие книги